-
1 συμβουλία
A advice or counsel given, esp. in public affairs, Hdt.3.125, 4.97, al., X.Mem.1.3.4, Cyr.1.6.2; ἡ Περιάνδρου Θρασυβούλῳ ς. Arist.Pol. 1284a27; advice of an oracle, ἡ τοῦ Ἀπόλλωνος ς. SIG633.19 (Milet., ii B.C.), cf. 590.14 (ibid., ii B.C.): pl., counsels, X.Cyr.1.6.2, D.19.5, etc.III prescription, recipe for a charm, Cyran.16.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > συμβουλία
См. также в других словарях:
συμβουλία — και συμβουλεία και ιων. τ. συμβουλίη, ἡ, ΜΑ [σύμβουλος / συμβουλεύω] σύσκεψη, ανταλλαγή απόψεων και υποδείξεων αρχ. 1. συμβουλή για δημόσια πράγματα («ἡ Περιάνδρου Θρασυβούλῳ συμβουλία», Αριστοτ.) 2. χρησμός 3. παράγγελμα … Dictionary of Greek